Σας παρουσιάζουμε το #1 επεισόδιο του Podcast της Pneuma, με θέμα τη μόνιμη συνδεσιμότητα στο διαδίκτυο.
Ανακαλύψτε τι επίδραση έχει η μόνιμη συνδεσιμότητα στη ζωή μας. Ενώ είμαστε συνεχώς συνδεδεμένοι μεταξύ μας, συνδεόμαστε πραγματικά; Μάθετε πώς τα smartphones λειτουργούν ως ασφαλές καταφύγιο (safe space) και πόσο σημαντικό είναι να υπάρχει πλαίσιο χρήσης της συνδεσιμότητάς μας.
Προσκεκλημένες μας σε αυτό το Podcast είναι:
Η Μαρία Κατελάνου και η Ανθή Σιδηροπούλου έχουν συνεργαστεί για την ερευνητική δραστηριότητα της Μαρίας.
Γεια σας, κυρία Σιδηροπούλου. Σας ευχαριστούμε που είστε σήμερα εδώ μαζί μας για να μιλήσουμε για το φαινόμενο της μόνιμης συνδεσιμότητας.
Σε ευχαριστώ πολύ, Μαρία. Η χαρά είναι δική μου και το θέμα αυτό είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον.
Είναι πράγματι, και νομίζω ότι είστε η πλέον κατάλληλη να μας μιλήσετε για αυτό. Οπότε να ξεκινήσω και να σας ρωτήσω τι εννοούμε ουσιαστικά όταν λέμε ότι κάποιος βρίσκεται σε μία κατάσταση μόνιμης συνδεσιμότητας;
Αρχικά, να περιγράψουμε τη συνθήκη της μόνιμης συνδεσιμότητας, δηλαδή τη συνθήκη που μας παρέχει η τεχνολογία να είμαστε μονίμως προσβάσιμοι, συνεχώς προσβάσιμοι στους άλλους, αλλά και οι άλλοι να είναι προσβάσιμοι σε εμάς, μέσω των έξυπνων συσκευών, του κινητού τηλεφώνου, του smartwatch κτλπ. Πέρα δηλαδή από τις φορητές συσκευές που έχουμε, τα laptop, τα tablet, μικρότερες συσκευές μας δίνουν τη δυνατότητα να είμαστε μονίμως σε επαφή. Όχι μόνο με τους άλλους, αλλά και με τις πληροφορίες και τα ερεθίσματα από το περιβάλλον. Αυτή η συνθήκη σαφώς έχει επιπτώσεις και επιφέρει μεταβολές. Μεταβολές σε ενδοπροσωπικό επίπεδο, στο διαπροσωπικό επίπεδο, δηλαδή στις σχέσεις, στο ενδοομαδικό και διομαδικό επίπεδο, και φυσικά στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο.
Όταν μιλάτε για επιπτώσεις, έτσι, κάνετε κάποιες αναφορές ήδη. Μιλάμε για πράγματα που οι άνθρωποι τα βιώνουν στην καθημερινότητά τους και τα αισθάνονται. Είναι κάτι το ανεπίγνωστο;
Ενδιαφέρουσα η ερώτησή σου. Να πούμε ότι πολλές από τις μεταβολές – προτιμώ τον όρο "μεταβολή" γιατί η "επίπτωση" κάπως μου ακούγεται πιο αρνητική – αυτές είναι και θετικές, και ίσως το συζητήσουμε παρακάτω για τη θετική διάσταση της συνδεσιμότητας. Αλλά πολλές από αυτές τις μεταβολές τις αντιλαμβανόμαστε, όπως η πρόσβαση στην πληροφορία, η συνεχής πρόσβαση στην πληροφορία, η πληροφοριακή υπερφόρτωση, το να δέχομαι τεράστιο όγκο πληροφορίας που δεν μπορώ να διαχειριστώ. Η δυνατότητα του να είμαι μόνιμα συνδεδεμένος με τις πηγές της απόλαυσης, αυτές που λέμε "απόδραση", το να ξέρω ότι ανά πάσα στιγμή υπάρχει κάτι το οποίο μπορεί να με κάνει να αποδράσω σε μια καλύτερη συνθήκη από αυτή που είμαι τώρα. Πολλές από αυτές τις δυνατότητες είναι συνειδητές, κατανοούμε δηλαδή τον αντίκτυπο που έχουν. Άλλες είναι ανεπίγνωστες και έχουν να κάνουν με τη θέση της τεχνολογίας στη ζωή μας, με το γεγονός δηλαδή ότι το κινητό τηλέφωνο, το οποίο είναι το σύμβολο της σύγχρονης εποχής, έχει γίνει ένα αναπόσπαστο εργαλείο της καθημερινότητας.
Εκεί λοιπόν, για να κατανοήσουμε τις συνέπειες που έχει η συνύπαρξη του κινητού τηλεφώνου και η συνθήκη της μόνιμης συνδεσιμότητας, πρέπει να κοιτάξουμε τις στιγμές εκείνες που το κινητό δεν μπορεί να μας εξυπηρετήσει. Εκεί καταλαβαίνουμε τη σημασία που έχει στη ζωή μας. Άρα καταλαβαίνουμε τη σημασία του όταν αυτό δεν υπάρχει. Όσο υπάρχει, η σχέση μας με τη συσκευή και την εφαρμογή είναι μη συνειδητή.
Εμένα μου ήρθε στο μυαλό, πάνω σε αυτό που λέτε, ας πούμε στιγμές που μπορεί το κινητό να μην έχει μπαταρία επαρκή για να σε συνοδεύει, ας πούμε, σε μία μετακίνηση με τα μέσα ή όταν περιμένεις όντως σε μία στάση λεωφορείου. Εκεί μου έχει συμβεί. Εσείς έχετε κάτι βιωματικό που θέλετε να μοιραστείτε;
Δεν ξέρω πόσο εύκολα μένεις χωρίς μπαταρία. Το να μην έχεις σήμα είναι μια άλλη συνθήκη και όντως μπορεί να συμβεί. Εκεί νιώθεις μια δυσκολία να διαχειριστείς αυτό το κενό. Αλλά το κινητό τηλέφωνο, ειδικά στο δημόσιο χώρο, εξυπηρετεί μια πολύ συγκεκριμένη λειτουργία. Εξυπηρετεί μία προστασία του οργανισμού, ένα "safe space" ουσιαστικά, το οποίο είναι τελείως φαντασιακό. Δηλαδή κρατάω το κινητό και νιώθω ασφαλής. Νιώθω ασφαλής γιατί δεν έχω το βλέμμα μου στον άλλον. Από τη στιγμή που δεν υπάρχει το βλέμμα μου στον άλλον, είμαι προστατευμένη. Το βλέπουμε πάρα πολύ σε αφηγήσεις νεαρών ενηλίκων. Θεωρούν ότι σε στιγμές ανασφάλειας, το κινητό τους προστατεύει με κάποιο τρόπο, δημιουργώντας ένα "κουκούλι". Καταλαβαίνω τη σημασία του να είσαι συνδεδεμένος στο δημόσιο χώρο, αλλά και τη σημασία του να νιώθεις ότι αυτό το εργαλείο είναι πάντα εκεί για σένα. Αυτή είναι μια πολύ σημαντική πτυχή που δεν την καταλαβαίνουμε όταν πρόκειται για τα ψηφιακά μας εργαλεία. Στις ανεπίγνωστες, σιωπηρές επιδράσεις προκύπτει η σημασία τους όταν αυτά σταματήσουν να μας εξυπηρετούν.
Βέβαια, τώρα που συνεχίσαμε τη συζήτηση, μπήκαμε ήδη στη θετική πλευρά που εν δυνάμει μπορεί να μας προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες και το διαδίκτυο μέσα σε όλο αυτό το θόρυβο.
Δεν φανταζόμαστε μια εποχή όπου δεν θα έχουμε τεχνολογία. Η τεχνολογία, και όταν λέμε τεχνολογία τώρα, χρησιμοποιώ τον όρο πολύ γενικά. Η τεχνολογία είναι πάρα πολλά πράγματα. Η τεχνολογία πάντα υπήρχε, και στην αρχαιότητα είχαμε τεχνολογία. Οπότε η σύγχρονη τεχνολογία, η ψηφιακή τεχνολογία, είναι κάτι το οποίο μας εξυπηρετεί σε πάρα πολλές συνθήκες. Δεν θα μιλήσω καν σε επίπεδο ιατρικής ή αστροφυσικής, μιλώ σε ανθρώπινο, καθημερινό επίπεδο. Στην καθημερινή μας ζωή, μας εξυπηρετεί πάρα πολύ. Οπότε, σε καμία περίπτωση δεν συζητάμε την επιστροφή σε μία εποχή χωρίς ψηφιακή τεχνολογία, ακόμα και χωρίς κινητό τηλέφωνο. Παρόλο που μας δημιουργεί αρκετές δυσκολίες, το safe space για παράδειγμα των νεαρών ενηλίκων στον δημόσιο χώρο είναι μια πολύ θετική πτυχή, όταν ειδικά χρησιμοποιείται όντως για προστασία του ατόμου. Το να ξέρω ότι κρατάω το τηλέφωνό μου και όπου κι αν είμαι, με το πάτημα ενός κουμπιού μπορώ να έχω βοήθεια ή καθοδήγηση. Το GPS, εντάξει, σίγουρα χρήσιμο. Αν και σίγουρα δεν επιτρέπει την ανάπτυξη κάποιων δεξιοτήτων, όπως τη δεξιότητα του να περιηγούμαι μέσα στην πόλη. Παλαιότερα οι άνθρωποι μάθαιναν να περιηγούνται στην πόλη και βλέπεις οδηγούς που δυσκολεύονται να κινηθούν στις γειτονιές τους, γιατί έχουν συνηθίσει με το GPS. Ο πεζός, ακόμα, είναι λίγο πιο ικανός σε αυτή τη δραστηριότητα.Safe space όμως οι τεχνολογίες παρέχουν και εντός του ψηφιακού χώρου. Για παράδειγμα, το έχουμε δει σε πολλές περιπτώσεις ατόμων που, για κάποιο λόγο, δεν μπορούν να κοινωνικοποιηθούν ή να αλληλεπιδράσουν στην απτή πραγματικότητα. Βρίσκουν ένα χώρο εκεί που τους επιτρέπει να πειραματιστούν, π.χ. οι έφηβοι πειραματίζονται σε αυτό το πλαίσιο που ονομάζουμε ψυχοκοινωνικό μορατόριουμ, δηλαδή σε έναν ασφαλή χώρο, θεωρητικά. Βάζουμε τον αστερίσκο γιατί υπάρχουν και εκεί ζητήματα, αλλά θεωρητικά είναι ένας ασφαλής χώρος. Είναι ένας χώρος που οι άνθρωποι μπορούν να πειραματιστούν με το φλερτ, με τις σχέσεις, με τη συνύπαρξη, ειδικά αν είναι άνθρωποι που είναι σε μικρές περιοχές, στην επαρχία. Άνθρωποι που μπορεί να ανήκουν στη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα, για παράδειγμα, και δεν μπορούν στο μέρος που βρίσκονται να είναι ανοιχτοί. Σε όλες αυτές λοιπόν τις συνθήκες, ο ψηφιακός χώρος δίνει κάποια προνόμια. Ναι, ξέρουμε ότι σε ό,τι συζητάμε υπάρχει και ο αντίλογος. Δηλαδή, όπως ακριβώς είναι safe space, μπορεί να γίνει και ένας χώρος ταλαιπωρίας, ένας χώρος βίας. Το ίδιο το άτομο, το οποίο μπαίνει μέσα σε αυτό το ψηφιακό χώρο για να γνωρίσει κάποιον με σκοπό μία συντροφική ή ρομαντική σχέση, το ίδιο άτομο μπορεί να δεχτεί και πολλή βία μέσα σε αυτό το χώρο, εξαιτίας ακριβώς αυτής της αναζήτησης.
Πάνω σε αυτό το κομμάτι, να σας ρωτήσω, γιατί σκεφτόμουν ότι έχει να κάνει με το πώς έχουν επηρεάσει ουσιαστικά αυτές οι νέες δυνατότητες στο dating, στο χώρο του dating, σε σχέση με το να ανακαλύψει κάποιος την ταυτότητά του. Έχει να κάνει με αυτό που λέμε media literacy; Έχει να κάνει με το πώς έχουν διαμορφωθεί πλέον οι κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων; Γιατί το λέω αυτό με αφορμή αυτό που είπατε για το πώς μπορεί να απογοητευτεί κάποιος που θα μπει σε ένα dating app και πώς, ας πούμε, θα διαχειριστεί το ghosting.
Είναι και τα δύο πιθανές ερμηνείες. Το media education, ή αλλιώς η κριτική χρήση των μέσων, είναι μια πολύ σημαντική δεξιότητα, η οποία περιλαμβάνει και την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί ο ψηφιακός κόσμος. Για παράδειγμα, το ότι είναι ένας εμπορικός κόσμος, ότι εκεί μέσα δεν είμαστε στο πάρκο της γειτονιάς μας. Είμαστε σε μία εφαρμογή, η οποία είναι προϊόν μιας εταιρείας, και εκεί μπαίνει και η διαφήμιση, η εξατομικευμένη διαφήμιση, τα cookies. Και τελικά τι συμβαίνει με τα δεδομένα μας; Μας ανήκουν τα δεδομένα μας; Οπότε αυτό είναι το ένα κομμάτι: να γνωρίζουμε ποιοι είμαστε και ποιες πολιτικές και πρακτικές κυβερνούν αυτό το περιβάλλον. Από την άλλη, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι όλα αυτά τα οποία συζητάμε περιστρέφονται γύρω από τις ανθρώπινες ανάγκες. Την ανθρώπινη ανάγκη για συνύπαρξη, την ανθρώπινη ανάγκη για αποδοχή, για αναγνώριση, την ανθρώπινη ανάγκη να νιώσει ένα άτομο ότι είναι ελκυστικό. Μέσα σε ένα περιβάλλον που έχει γίνει δύσκολη η συνύπαρξη των ανθρώπων – και δεν έχει γίνει δύσκολη μόνο λόγω της καθιέρωσης της τεχνολογίας – έχει γίνει δύσκολη γιατί η εξωτερική πραγματικότητα σε πολύ μεγάλο βαθμό γίνεται αντιληπτή ως επικίνδυνη. Ειδικά στις μεγαλουπόλεις, στις πυκνοκατοικημένες περιοχές, στα αστικά κέντρα. Από πολύ νωρίς βλέπουμε αυτές τις μεταβολές. Και δεν θέλω σε καμία περίπτωση να φανώ νοσταλγός του παρελθόντος, αλλά ναι, ακόμα και στη δική μου εποχή παίζαμε στις αλάνες. Η δική μου γενιά δεν ήταν απόλυτα η γενιά της αλάνας, να πούμε, αλλά κάπως παίζαμε, βγαίναμε, υπήρχε ο δημόσιος χώρος στις γειτονιές που ήταν προστατευμένος. Τώρα αυτό είναι αρκετά δύσκολο. Πάντα βέβαια μιλάμε κυρίως για τα αστικά κέντρα, όπου και ο χρόνος ακόμα έχει μια διαφορετική ροή, πολύ πιο γρήγορη από ό,τι σε μια, τη φανταζόμαστε λίγο, ειδυλλιακή επαρχιακή περιοχή, όπου οι άνθρωποι έχουν μεγαλύτερη επαφή με τη φύση.
Άρα μιλάτε για αποσύνδεση. Εγώ σκέφτομαι, και προσπαθώντας να μην το ρομαντικοποιήσω πάρα πολύ, ότι ενδεχομένως παλαιότερα, επειδή ακριβώς είχε περισσότερο κόστος – περισσότερο κόπο μάλλον, ίσως και συναισθηματικό κόστος – το να καταφέρεις να διατηρήσεις μία σχέση με κάποιον, δεν ήταν τόσο απλό. Δεν μπορούσες να πάρεις τόσο εύκολα το "κοινωνικό χάδι" που μπορεί να χρειαζόσουν εκείνη τη στιγμή. Ίσως ήταν και πιο ουσιαστικό. Δηλαδή τώρα, ενώ είμαστε συνδεδεμένοι, είμαστε συνέχεια πάνω από το κινητό μας. Νομίζω ότι μας είναι πολύ πιο εύκολο να επιλέξουμε να μη σχετιστούμε με κάποιον που είναι ακόμα και στον ίδιο χώρο με εμάς.
Βιώνουμε μία ψευδαίσθηση, την ψευδαίσθηση των απεριόριστων επιλογών. Θεωρούμε ότι επειδή έχουμε στα social media, στα κοινωνικά δίκτυα, δεν ξέρω 300, 400, 500, 600 χίλιους φίλους, ότι εκεί κάπου βρίσκεται ενδεχομένως το ιδανικό μας ταίρι. Συνεπώς, αναζητούμε αυτό το ιδανικό ταίρι, αγνοώντας πολλές φορές αυτό που υπάρχει, αυτό που είναι διαθέσιμο, θεωρώντας ότι υπάρχει πάντα κάτι καλύτερο που μπορούμε να διεκδικήσουμε. Εκεί ακριβώς μπαίνουν και όλες οι συμπεριφορές, όπως το ghosting που ανέφερες πριν. Δηλαδή, το να φεύγω πάρα πολύ εύκολα, όχι από μία σχέση, γιατί το ghosting δεν έχει να κάνει με σχέση, έχει να κάνει με φλερτ, έχει να κάνει με αλληλεπίδραση αυτού του τύπου. Να φεύγω πάρα πολύ εύκολα από αυτό το παιχνίδι και να νιώθω ότι δεν χρειάζεται να δώσω καμία εξήγηση σε κανέναν. Αυτό είναι κάτι που πολύ πιο δύσκολα μπορεί να συμβεί αν φλερτάρουμε με έναν άνθρωπο από το γραφείο μας, ας πούμε, ή από την πολυκατοικία μας ακόμα. Άρα, με έναν άνθρωπο από το απτό άμεσο περιβάλλον. Από την άλλη, το ghosting, που μπορεί να είναι μια συμπεριφορά που για αυτόν που τη δέχεται, για αυτόν που δέχεται την απόρριψη, να είναι βαριά, για αυτόν που την ασκεί μπορεί να είναι μια συμπεριφορά άμυνας σε ένα περιβάλλον υπερπληροφόρησης, με χιλιάδες ερεθίσματα. Οπότε, κάποια στιγμή φτάνεις στο να μην μπορείς να διαχειριστείς τις καταστάσεις, και κάπου εκεί που έχεις επενδύσει λιγότερο προφανώς, βάζεις μια τελεία.
Ναι, εκεί θέλω να σας πάω τώρα. Ξέρω ότι δεν σας αρέσει να δίνετε αυστηρές συνταγές ούτε να γίνεστε διδακτικοί, αλλά θέλω να σας ρωτήσω πώς θεωρείτε ότι μπορούμε να βρούμε μία ισορροπία μέσα σε όλον αυτό το θόρυβο.
Λοιπόν, η ερώτηση είναι δύσκολη, γιατί η απάντηση είναι εξατομικευμένη. Δεν μπορούμε να μιλήσουμε με συνταγές. Ξέρουμε ότι υπάρχουν κάποια δεδομένα. Ξέρουμε, για παράδειγμα, ότι για τα παιδιά, πριν κλείσουν τα δύο τους χρόνια, δεν πρέπει να έχουν επαφή με καμία οθόνη. Ξεκινάμε από εκεί. Γιατί η σχέση μας με τα μέσα δεν ξεκινά στα 18 και στα 20, δεν ξεκινά όταν κάνουμε το πρώτο ghosting, δεν ξεκινά όταν χρησιμοποιούμε το κινητό μας ως άμυνα στον δημόσιο χώρο. Έχει ξεκινήσει ήδη πάρα πολύ νωρίς. Άρα, υπάρχουν πολύ συγκεκριμένες οδηγίες για το τι κάνουμε μέχρι τα δύο χρόνια του παιδιού, τι κάνουμε μετά στη σχολική ηλικία, τι κάνουμε στην εφηβεία. Αν και στην εφηβεία δεν έχουμε και πολύ έλεγχο εμείς, είναι ενήλικες, και τι γίνεται παρακάτω. Οπότε, υπάρχουν κάποιες γενικές γραμμές, αλλά υπάρχουν και πολύ πιο εξειδικευμένα πλαίσια. Για ποιους λόγους χρησιμοποιώ τα μέσα, το κινητό μου τηλέφωνο; Για ποιους λόγους μένω κολλημένη σε μία οθόνη; Για ποιους λόγους μπορεί να σπαταλώ 8 ώρες μπροστά σε έναν υπολογιστή; Το πλαίσιο χρήσης, λοιπόν, είναι πάρα πολύ σημαντικό. Πρέπει να ξέρουμε γιατί το κάνουμε και, για να ξέρουμε γιατί το κάνουμε, πρέπει να παρατηρήσουμε τον εαυτό μας. Άρα, όλη η διαδικασία, η συζήτηση της ισορροπημένης χρήσης, ξεκινάει από την αναγνώριση των δικών μας αναγκών. Να πούμε ότι μπορεί να γνωρίζουμε τις ανάγκες μας, να γνωρίζουμε ότι αυτό που κάνουμε αυτή τη στιγμή δεν μας προσφέρει κάτι, και να συνεχίσουμε να το κάνουμε. Αλλά εκεί υπάρχει επίγνωση, και εκεί λες ότι εγώ επιλέγω να κινηθώ προς αυτή την κατεύθυνση, και έχεις κάθε δικαίωμα. Έχουμε δικαίωμα να σπαταλήσουμε τον χρόνο μας και να παραμελήσουμε πράγματα. Είναι δικαίωμά μας.Εκεί που ξεκινάει η συζήτηση είναι όταν οι συναισθηματικές ανάγκες δεν καλύπτονται, και έχουμε ανάγκη συνεχή ανατροφοδότηση από τον ψηφιακό χώρο. Άρα, συνεχή αναγνώριση, ενδείξεις αποδοχής. Δεν μπορούμε, δεν γεμίζουμε από κάτι, και αυξάνουμε πολλές φορές ή επιτείνουμε με κάποιο τρόπο την αλληλεπίδρασή μας με αυτό το περιβάλλον. Αυτή η συνθήκη, λοιπόν, έχει επιπτώσεις και στις υπόλοιπες σφαίρες της ζωής. Άρα, η μη ισορροπημένη —για να ξεκινήσουμε από εκεί, από τον ορισμό της ισορροπημένης και μη ισορροπημένης— η μη ισορροπημένη χρήση έχει να κάνει με τις επιπτώσεις που έχει αυτή στη δική μου ζωή. Δικαιούμαι ένα Σαββατοκύριακο να κάνω binge-watching, να κάτσω μπροστά στην οθόνη της τηλεόρασής μου ή του laptop μου και να δω μία ολόκληρη σειρά, μία ολόκληρη σεζόν ή δύο σεζόν ή τρεις σεζόν. Δικαιούμαι να το κάνω, αρκεί να είναι συνειδητή επιλογή και να μην είναι μία αποφυγή από κάτι άλλο. Να μην είναι, για παράδειγμα, η αντίδρασή μου στην περίοδο της εξεταστικής. Δεν θέλω να διαβάσω, και ξαφνικά θυμήθηκα την τάδε σειρά που δεν είχα δει, και πάω. Να μην είναι η εύκολη λύση στη δυσφορία μου. Δηλαδή, όποτε νιώθω άγχος, όποτε νιώθω αμηχανία ή φόβο, να καταφεύγω εκεί.Και αυτή είναι κιόλας η πιο συνηθισμένη πτυχή της λειτουργικής —αν θα θέλαμε να πούμε— χρήσης των μέσων, όταν χρησιμοποιούμε τα μέσα μόνιμα και καταναγκαστικά ως ρυθμιστές των συναισθημάτων μας. Οπότε, ακριβώς αυτό είναι το σημείο που διαχωρίζει την ισορροπημένη από τη μη ισορροπημένη χρήση. Όταν έχω επίγνωση των κινήτρων μου και όταν η συμπεριφορά μου στον ψηφιακό χώρο δεν έχει κάποιο αντίκτυπο στις υπόλοιπες σφαίρες της πραγματικότητάς μου. Δηλαδή, στη δουλειά μου, στις σχέσεις μου με τους άλλους, στις σχέσεις μου με τον εαυτό μου, σε συνθήκες υγιεινής —για παράδειγμα, να φροντίζω τον εαυτό μου— δεν μου προκαλεί προβλήματα υγείας. Αυτά είναι τα κριτήρια. Και επειδή ακριβώς εδώ ερχόμαστε και αγγίζουμε πολλές πτυχές —για παράδειγμα, πόσες ώρες να κάθεται το παιδί σε έναν υπολογιστή, σε μια οθόνη— εκεί πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη πάντα τις συγκεκριμένες αναπτυξιακές ανάγκες του παιδιού. Και δεύτερον, το πλαίσιο του. Του έχουμε παράσχει εφόδια να κάνει κάτι άλλο; Έχουμε ένα παιδί κλεισμένο σε ένα διαμέρισμα, χωρίς να του δίνουμε εναλλακτικές; Έχουμε οργανώσει όλη την καθημερινότητά του με έναν πολύ αυστηρό τρόπο, με οργανωμένες δραστηριότητες; Του έχουμε επιτρέψει να έχει ελεύθερο χρόνο;Αν οι απαντήσεις σε όλα αυτά —που δυστυχώς πια, έτσι όπως κινείται η καθημερινότητα και ειδικά η ζωή μέσα στα αστικά κέντρα— αν οι απαντήσεις είναι αρνητικές, τότε πώς περιμένουμε το παιδί να γίνει ακριβώς δημιουργικό και να αναζητήσει λύσεις πέρα από την οθόνη;
Αυτή η ευεργετική βαρεμάρα, η δημιουργική…
Η ευεργετική βαρεμάρα, ναι. Είναι καλύτερα να έχουμε ένα βαριεστημένο έφηβο, ο οποίος μπορεί να έχει νεύρα, μπορεί να είναι θυμωμένος γιατί του έχουμε στερήσει την οθόνη. Το λέμε εμείς απ' έξω αυτό, ότι είναι καλύτερα να έχουμε ένα βαριεστημένο έφηβο που έχει νεύρα, απ' ό,τι οι γονείς του, προφανώς. Καταλαβαίνουμε απολύτως τους γονείς που δυσκολεύονται να διαχειριστούν καταστάσεις. Αλλά, κοιτώντας το από μια οπτική συναισθηματικής υγείας, να πούμε ότι ένας βαριεστημένος έφηβος έχει τη δυνατότητα να βρει τις δυνάμεις του, να ανακαλύψει κάτι στο οποίο είναι καλός ή καλή και δεν το έχει αντιληφθεί. Δεν του έχει δοθεί ο χώρος και τώρα μπορεί να του δοθεί αυτή η δυνατότητα. Μέσα από την πλήξη μπορώ να ανακαλύψω πράγματα που δεν ήξερα για μένα.Ενώ ένας έφηβος ή μία έφηβη —και αυτό πάει και για τα δύο φύλα— που του προσφέρουμε απεριόριστες ευκαιρίες απασχόλησης και γεμίσματος του ελεύθερου χρόνου, ενδεχομένως δεν θα αναζητήσει ποτέ κάποια άλλη πηγή ενδιαφέροντος, ένα χόμπι, μία δραστηριότητα που να είναι πραγματικά ελεύθερη. Δεν θα πάρει εκείνο το βιβλίο που κάθεται στο ράφι να το ανοίξει, αν είναι μονίμως απασχολημένος ή απασχολημένη. Και εδώ όμως, πάλι, να βάλουμε μια παράμετρο, γιατί έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους. Τα πράγματα γι' αυτό δεν υπάρχουν συνταγές. Και να βάλουμε μια ακόμα παράμετρο ότι ο έφηβος —και οι έφηβοι— για να μπορέσει να είναι δημιουργικός και δημιουργική στην βαρεμάρα του, στην πλήξη του, πρέπει να είναι ξεκούραστος. Δεν μπορώ να περιμένω από έναν κουρασμένο έφηβο ξαφνικά να μου βγει Πικάσο και να ανακαλύψει τα ταλέντα του στη ζωγραφική, ούτε διάσημος αθλητής. Άρα σωματική ξεκούραση, πνευματική ξεκούραση, διαύγεια, ηρεμία και ελεύθερος χρόνος.
Τόσο για τους εφήβους όσο και για τους ενήλικες φαντάζομαι, όσο αυτό είναι δυνατό.
Νομίζω δυσκολευόμαστε πάρα πολύ στο θέμα της διαχείρισης του χρόνου. Λίγο μας τρομάζει. Μιλάω πολύ γενικά, είμαι σίγουρη ότι εκεί έξω υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν και διαχειρίζονται τον χρόνο τους, που καταφέρνουν και κάνουν μια πολύ ωραία κατανομή στην καθημερινότητά τους, και έτσι έχουν εκείνες τις στιγμές που είναι πραγματικά ελεύθερες και προσωπικές.Γενικότερα όμως, παρατηρούμε μία δυσκολία στον σύγχρονο άνθρωπο να διαχειριστεί τον χρόνο του, μία δυσκολία η οποία έχει να κάνει με τις απαιτήσεις που έχει και η σύγχρονη πραγματικότητα. Το να είμαστε μονίμως αποδοτικοί, αυτό είναι το πρόταγμα πια: να είσαι μονίμως. Δεν μπορεί να υπάρχει περίοδος μέσα στην ημέρα, στιγμή μέσα στην ημέρα που να μην παράγεις κάτι.
Και έχεις και μόνιμα τον καθρέφτη, το κινητό δηλαδή, που μπορεί να στο δίνει πίσω αυτό κάπως, είτε με τους παλμούς της καρδιάς και τα steps που έχεις κάνει, είτε με τα like. Είναι μεγάλη συζήτηση…
Και με την κοινωνική σύγκριση επίσης. Δηλαδή, αυτό που κάνουν τα ψηφιακά κοινωνικά δίκτυα σε αυτό το κομμάτι είναι ότι πάντα μας συγκρίνουν με κάποιον άλλον. Και κάποιος, αυτή τη στιγμή, συνάδελφός μας ή φίλος μας, μπορεί να έχει πάει στη δουλειά, μετά να έχει πάει σε ένα πολύ ωραίο εστιατόριο, να έχει φάει με κάποιον φίλο, μετά το απόγευμα να έχει καταφέρει και να έχει πάει και θέατρο ή σινεμά, και το βράδυ να έχει γυρίσει ανάλαφρος στο σπίτι και να ξεκουράζεται. Και εσύ λες, "Πού τα πρόλαβε όλα αυτά; Πώς τα κατάφερε και τα πρόλαβε όλα αυτά;" Και αυτή η ροή έρχεται να μας επηρεάσει και εμάς πολλές φορές και να μας κάνει να κρίνουμε τη δική μας πραγματικότητα, άσχετα αν δυσκολευόμαστε να αντιληφθούμε ότι δεν έχουμε τις ίδιες ανάγκες. Οπότε σίγουρα παίζει ρόλο ο τρόπος με τον οποίον τοποθετώ τον εαυτό μου απέναντι στο περιβάλλον. Η κοινωνική σύγκριση και η ανάγκη κατανόησης των δικών μου προσωπικών, τελείως εξατομικευμένων αναγκών. Μπορεί εγώ να μην έχω ανάγκη να πάω θέατρο, παρόλο που πολλοί φίλοι μου πάνε. Να έχω ανάγκη να μείνω σπίτι και να αράξω και να κάνω κάτι διαφορετικό.
Σας ευχαριστούμε έτσι για τις συμβουλές αυτές και τις κατευθυντήριες που ήδη μας δώσατε. Σκέφτομαι όμως όλους αυτούς τους γονείς που μπορεί να ανοίξουν μια πόρτα ενός εφηβικού δωματίου και να δουν τον έφηβο γιο τους ή την κόρη τους να διαβάζει, έχοντας παράλληλα τρεις οθόνες ανοιχτές. Τι συμβαίνει με αυτή τη γενιά που όλοι την κατηγορούν για την παρορμητικότητά της;
Η πολυδιεργασία, το multitasking, ή ταυτόχρονη εκτέλεση πολλαπλών εργασιών είναι κάτι που φαίνεται να χαρακτηρίζει τη νεότερη γενιά. Ίσως εμείς, παλαιότεροι, δεν μπορούμε τόσο εύκολα να ανταποκριθούμε στην πολυδιεργασία, αλλά είναι ένα σημάδι της υψηλής επένδυσης στα μέσα, δηλαδή της συναισθηματικής προσκόλλησης. Το ότι δεν μπορούμε να παραμείνουμε για λίγο χωρίς να είμαστε συνδεδεμένοι, ακόμα και αν δεν επικοινωνούμε εκείνη την ώρα. Δηλαδή, ακόμα και αν δεν στέλνουμε ένα μήνυμα εκείνη την ώρα, να είμαστε συνδεδεμένοι με κάποιο τρόπο. Επομένως, η αδυναμία μας να αντισταθούμε σε αυτό το μοτίβο συμπεριφοράς σχετίζεται με την ίδια τη σχέση που έχουμε αναπτύξει από πολύ νωρίς με τα μέσα. Τα μέσα ως η babysitter, τα μέσα ως ο κυματοθραύστης στην ησυχία. Ένα σπίτι δεν μπορεί να είναι ήσυχο. Κάποτε ήταν η τηλεόραση, όπου λειτουργούσε ως ηχητικό χαλί μέσα στο σπίτι. Τώρα είναι οι πολλές οθόνες. Και φυσικά όλο αυτό έχει να κάνει και με αυτό που συχνά ακούγεται για τους νέους, το κριτήριο της άμεσης ικανοποίησης. Το γεγονός ότι δεν μπορούμε να αναμένουμε κάτι, δεν είμαστε πολύ ανθεκτικοί στην προσμονή, στην αναμονή κάποιου πράγματος. Πρέπει όλα να συμβαίνουν ταυτόχρονα, με αποτέλεσμα να αποκτούν την ίδια αξία όταν συμβαίνουν ταυτόχρονα.Βέβαια, η αντίληψη της άμεσης ικανοποίησης δημιουργεί κάποιες προεκτάσεις λίγο πιο δύσκολες. Δεν θέλω να τις πω δυσλειτουργικές, αλλά δημιουργεί κάποιες δυσκολίες σε άλλους τομείς. Για παράδειγμα, η γνώση είναι κάτι το οποίο δεν μπορεί να ληφθεί άμεσα και γρήγορα. Είναι κάτι το οποίο δομείται. Οπότε, άτομα τα οποία είναι εξοικειωμένα με την άμεση ικανοποίηση εκεί μπορεί να δυσκολευτούν λίγο στο να αναμένουν την πορεία της οικοδόμησης της γνώσης και να θέλουν κάτι γρήγορα. Άλλωστε, κάποιος θα μας έλεγε, "Μα είναι όλα εκεί. Γιατί να πρέπει να περιμένω να μάθω κάτι; Άμα θέλω, απλά γκουγκλάρω κάτι και το βρίσκω απευθείας. Γιατί να περιμένω;"
Συλλογική μνήμη.
Οπότε η άμεση ικανοποίηση συνδέεται με πολλές διαστάσεις, όπως η πολυδιεργασία, η αδυναμία δηλαδή του να παραμένω προσηλωμένος ή προσηλωμένη σε μία δραστηριότητα για ένα διάστημα, και η παρορμητικότητα. Το πόσο εύκολα, δηλαδή, αλλάζω οθόνες, το πόσο εύκολα μπορεί να στρέψω το βλέμμα μου από την υποχρέωσή μου σε κάτι άλλο, ακριβώς τη στιγμή που νιώθω ότι η υποχρέωσή μου με κουράζει, χωρίς δηλαδή να καταβάλλω κόπο κατανάγκη. Εδώ να πω όμως πάλι, γιατί δεν θέλω να φαίνεται ότι κατηγορούμε τους νέους ως παρορμητικούς, ως άτομα που δεν έχουν πειθαρχία, ή ως άτομα τα οποία είναι επιρρεπή στην άμεση ικανοποίηση και μόνο. Οι περισσότεροι από εμάς, και μεγαλύτεροι σε ηλικία, όταν είναι κουρασμένοι, η πρώτη τους σκέψη ενδεχομένως είναι το κινητό τους τηλέφωνο. Είναι να στραφούν σε μια οθόνη, είναι να περιηγούνται στα κοινωνικά τους δίκτυα, ακόμα και αν δεν έχουν σκοπό. Άρα, είναι μία πολύ εύκολη λύση για όλους μας. Η δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι νεότερες γενιές είναι το ότι μαθαίνουν αυτά τα μοτίβα συμπεριφορών από πάρα πολύ νωρίς, σε αντίθεση με εμάς που μας ήρθαν κάποια στιγμή στη ζωή μας, συμπληρωματικά με άλλες δραστηριότητες.
Μάλιστα, σας ευχαριστούμε πάρα πολύ για αυτή την όμορφη συζήτηση. Νομίζω ότι όσα ειπώθηκαν μας αφορούν όλους.
Κι εγώ ευχαριστώ, ήταν χαρά μου.
Δική μας, και ελπίζω να σας ξαναδούμε.
Κι εγώ το ελπίζω και θα έχουμε πολλά ακόμα να συζητήσουμε.
© 2024 Pneuma
Φτιαγμένο με ❤️ στην Αθήνα.
Σε περίπτωση που χρειάζεστε άμεση ψυχολογική υποστήριξη, παρακαλούμε να καλέσετε στο 2107222333 - Μονάδα Επείγουσας Τηλεφωνικής Ψυχιατρικής Βοήθειας Αθήνας.
Τηλέφωνο άμεσης βοήθειας: 166 — Εφημερεύοντα Νοσοκομεία