Τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης (ΜΚΔ-social media) έχουν φέρει επανάσταση στον τρόπο με τον οποίο αλληλεπιδρούμε, μοιραζόμαστε και καταναλώνουμε πληροφορίες, ειδικά στην σύγχρονη ψηφιακή εποχή.
Ενώ αυτές οι πλατφόρμες μας επιτρέπουν να συνδεθούμε παρά το ότι βρισκόμαστε χιλιόμετρα μακριά, συμβάλλουν επίσης σε μοτίβα συμπεριφοράς που μπορεί να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στην ψυχική υγεία και στις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις.
Ένα τέτοιο αποτέλεσμα, το οποίο μελετάται πολύ τα τελευταία χρόνια, είναι ο εθισμός στα ΜΚΔ. Το φαινόμενο αυτό έχει γίνει ιδιαίτερα διαδεδομένο μεταξύ εφήβων και ενηλίκων, δημιουργώντας ανησυχίες για την ψυχική τους ευεξία και τη συνολική ποιότητα ζωής τους.
Τι αποτελεί εθισμό στα ΜΚΔ;
Ο εθισμός στα ΜΚΔ είναι ένα αναδυόμενο ζήτημα ψυχικής υγείας που χαρακτηρίζεται από υπερβολική και καταναγκαστική χρήση πλατφορμών όπως το Instagram, το Tik Tok και το Facebook, συχνά εις βάρος προσωπικών, ακαδημαϊκών ή επαγγελματικών ευθυνών.
Αν και δεν έχει ταξινομηθεί επίσημα ως διαταραχή από την Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία (APA), οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι τα συμπτώματα ευθυγραμμίζονται στενά με εκείνα άλλων συμπεριφορών εθισμών. Αυτά περιλαμβάνουν:
- Την συνεχή ενασχόληση με τα ΜΚΔ
- Την τροποποίηση της διάθεσης (χρήση ΜΚΔ για απόδραση)
- Την ανοχή (πάντα χρειάζεται περισσότερος χρόνος στα ΜΚΔ)
- Τα συμπτώματα στέρησης
- Τις συγκρούσεις (εντάσεις στις διάφορες σχέσεις)
- Υποτροπή μετά την προσπάθεια μείωσης της χρήσης
Από έρευνα που έγινε το 2022 στις ΗΠΑ το 35% των ενηλίκων και το 60% των εφήβων αναφέρει ότι τους είναι δύσκολο να σταματήσουν να ελέγχουν τα ΜΚΔ παρά τις προσπάθειες να μειωθεί ο χρόνος που αφιερώνουν στο διαδίκτυο.
Ποιους αφορά;
Ενώ ο εθισμός στα ΜΚΔ επηρεάζει τους ανθρώπους σε όλα τα δημογραφικά στοιχεία, οι μελέτες δείχνουν μια ιδιαίτερη επικράτηση μεταξύ των εφήβων και των νεαρών ενηλίκων.
Σύμφωνα με έκθεση του Common Sense Media, το 44% των εφήβων αναφέρει ότι αισθάνεται άγχος αν δεν έχει πρόσβαση στα τηλέφωνα του, ενώ σχεδόν το 30% χρησιμοποιεί τα ΜΚΔ για περισσότερες από έξι ώρες την ημέρα.
Στους ενήλικες, ο επιπολασμός τείνει να είναι χαμηλότερος, με μελέτες να υποδηλώνουν ότι το περίπου το 10-15% εμφανίζει συμπτώματα που μοιάζουν με εθισμό. Ωστόσο, οι ενήλικες συχνά βιώνουν τον εθισμό στα ΜΚΔ παράλληλα με άλλες μορφές εξάρτησης από την οθόνη, δημιουργώντας πρόσθετες επιπλοκές.
Όσον αφορά τους έφηβους, είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι λόγω του αναπτυξιακού στάδιου στο οποίο βρίσκονται, όπου η ταυτότητα του εαυτού, η αυτοεκτίμηση και η κοινωνική αποδοχή είναι πρωταρχικής σημασίας.
Τα ΜΚΔ, μέσα από τις ελκυστικές πλατφόρμες, προσφέρουν μια πολύ προσιτή ευκαιρία για τους εφήβους να αναζητήσουν επικύρωση και έγκριση από τους συνομηλίκους, καθιστώντας τους επιρρεπείς σε εθιστική χρήση. Η στιγμιαία ικανοποίηση που παρέχεται από τα likes, τα σχόλια και τα shares ενεργοποιεί την απελευθέρωση ντοπαμίνης στον εγκέφαλο, ενισχύοντας τα πρότυπα χρήσης.
Αυτό επιδεινώνεται περαιτέρω από τις κοινωνικές πιέσεις της διατήρησης της εικόνας (κυρίως για τα έφηβα κορίτσια) και του φόβου απώλειας (FOMO), που επικρατούν μεταξύ των εφήβων.
Αν και δεν είναι τόσο ακραίοι, οι ενήλικες αντιμετωπίζουν επίσης εθισμό στα ΜΚΔ, κυρίως ως μέσο ανακούφισης από το άγχος, μέσο ψυχαγωγίας και αναγκών δικτύωσης.
Ο εθισμός μπορεί να εκδηλωθεί διαφορετικά, εστιάζοντας συχνά σε πλατφόρμες που σχετίζονται με την καριέρα, όπως το LinkedIn ή χρησιμοποιώντας το Instagram και το Facebook για κοινωνική επικύρωση. Ο συνεχιζόμενος ψηφιακός τρόπος ζωής που επιβάλλεται από την εξ αποστάσεως εργασία και την επικοινωνία θολώνει περαιτέρω τα όρια μεταξύ αναγκαιότητας και καταναγκασμού, καθιστώντας δύσκολο για τους ενήλικες να ρυθμίσουν τη χρήση τους.
Ποιοι είναι οι ψυχολογικοί μηχανισμοί πίσω από τον εθισμό στα ΜΚΔ;
Αρκετοί ψυχολογικοί και νευρολογικοί μηχανισμοί οδηγούν σε εθισμό στα ΜΚΔ:
- Ενίσχυση ντοπαμίνης: Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι δημιουργημένος να αναζητά ευχαρίστηση και ανταμοιβές. Με κάθε like, share ή νέο follower, απελευθερώνεται ντοπαμίνη (ένας νευροδιαβιβαστής “ευχάριστης αίσθησης”), που οδηγεί σε βραχυπρόθεσμη ευχαρίστηση. Με την πάροδο του χρόνου, ο εγκέφαλος δημιουργεί ανοχή, απαιτώντας μεγαλύτερες περιόδους δέσμευσης για το ίδιο αποτέλεσμα.
- Κοινωνική έγκριση και αυτοεκτίμηση: Οι πλατφόρμες ΜΚΔ χρησιμοποιούνται συχνα ως μια μορφή αυτοεπικύρωσης, ειδικά για τους εφήβους σε ένα στάδιο διαμόρφωσης της ταυτότητας. Η τακτική αναζήτηση έγκρισης μέσω αναρτήσεων, κοινοποιήσεων και σχολίων μπορεί να κάνει τους χρήστες να εξαρτώνται από τα ΜΚΔ για την ενίσχυση της αυτοεκτίμησή τους, οδηγωντας σε ψυχαναγκαστική συμπεριφορά.
- Fear of Missing Out (FOMO): Ο όρος FOMO, περιγράφει το διάχυτο άγχος ότι οι άλλοι μπορεί να έχουν ικανοποιητικές εμπειρίες που το άτομο χάνει. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μια νοοτροπία “παντοτινής ψηφιακής σύνδεσης ”, ωθώντας τους χρήστες να ελέγχουν καταναστικά το feed τους για ενημερώσεις.
- Συγκριτική κουλτούρα και ναρκισσισμός: Τα ΜΚΔ ενθαρρύνουν μια κουλτούρα που βασίζεται στη σύγκριση. Η συνεχής σύγκριση του εαυτού με τις συχνά εξαιρετικά επιμελημένες εικόνες των άλλων οδηγεί σε δυσαρέσκεια και χαμηλή αυτοεκτίμηση, ωθώντας τους χρήστες να συμμετέχουν πιο συχνά σε μια προσπάθεια βελτίωσης της εικόνας ή της κατάστασης τους.
Ποιες είναι οι συνέπειες του εθισμού στα ΜΚΔ;
Οι συνέπειες του εθισμού στα ΜΚΔ εκτείνονται πέρα από τον χρόνο οθόνης, επηρεάζοντας την ψυχική, συναισθηματική, ακόμη και τη σωματική ευεξία.
Μελέτες έχουν δείξει ισχυρούς συσχετισμούς μεταξύ της έντονης χρήσης των ΜΚΔ και των θεμάτων ψυχικής υγείας όπως η κατάθλιψη, το άγχος και η χαμηλή αυτοεκτίμηση. Μια πρόσφατη μελέτη από την Αμερικανική Ψυχολογική Εταιρεία (APA) ανέφερε ότι το 40% των νεαρών ενηλίκων ηλικίας 18-29 ετών που χρησιμοποιούν πολύ τα ΜΚΔ εμφανίζουν συμπτώματα άγχους, ενώ το περίπου το 25% εμφανίζει σημάδια κατάθλιψης.
Η υπερβολική χρήση των ΜΚΔ, ιδιαίτερα τη νύχτα, μπορεί να οδηγήσει σε διαταραχές ύπνου. Το μπλέ φώς που εκπέμπεται από τις οθόνες καταστέλλει τη μελατονίνη, καθυστερώντας την έναρξη του ύπνου.Μια μελέτη από το Εθνικό Ίδρυμα Ύπνου στις ΗΠΑ, διαπίστωσε ότι οι έφηβοι που ελέγχουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στο κρεβάτι έχουν 60% περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν διαταραχές ύπνου, οι οποίες επηρεάζουν τη διάθεση, τη συγκέντρωση και τη γενική υγεία.
Οι συνεχείς ειδοποιήσεις και η γοητεία των ΜΚΔ δημιουργούν έναν διαρκή κύκλο απόσπασης της προσοχής. Ερευνα από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια διαπίστωσε ότι οι χρήστες των ΜΚΔ είναι πιο επιρρεπείς στη μείωση της προσοχής, επηρεάζοντας την ακαδημαϊκή και επαγγελματική απόδοση. Η πολλαπλή εργασία μεταξύ των ΜΚΔ και των εργασιών ή εργασιών μελέτης μπορεί να βλάψει περαιτέρω τις γνωστικές λειτουργίες και να μειώσει την παραγωγικότητα.
Ποιες είναι οι στρατηγικές αντιμετώπισης;
Η ευαισθητοποίηση σχετικά με τον εθισμό στα ΜΚΔ και η προώθηση της ψηφιακής παιδείας μεταξύ των εφήβων και των ενηλίκων μπορεί να είναι ένα αποτελεσματικό σημείο εκκίνησης. Τα σχολεία, οι χώροι εργασίας και οι κοινότητες θα πρέπει να παρέχουν πόρους για την αναγνώριση των συμπτωμάτων του εθισμού και τη διατήρηση μιας ισορροπημένης προσέγγισης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Η εισαγωγή ζωνών και ωρών «χωρίς οθόνη», όπως κατά τη διάρκεια των γευμάτων ή πριν από τον ύπνο, μπορεί να βοηθήσει στη μείωση της εξάρτησης από τα ΜΚΔ. Οι γονικοί έλεγχοι και τα ψηφιακά εργαλεία ευεξίας, όπως οι ανιχνευτές χρόνου οθόνης, προσφέρουν επίσης πολύτιμες πληροφορίες για τα μοτίβα χρήσης, ενθαρρύνοντας τους χρήστες να αυτορρυθμιστούν.
Οι τεχνικές Mindfulness, συμπεριλαμβανομένου του διαλογισμού και του journaling, μπορούν να βοηθήσουν τα άτομα να σκεφτούν τη χρήση τους και να αναπτύξουν μια υγιή σχέση με τα MKΔ. Οι τακτικές ψηφιακής αποτοξίνωσης (digital detox) - βραχυπρόθεσμα διαλείμματα από τα MKΔ - επιτρέπουν στους χρήστες να επαναβαθμονομήσουν τη συμπεριφορά τους και να μειώσουν την εξάρτηση.
Για σοβαρές περιπτώσεις εθισμού στα ΜΚΔ, μπορεί να χρειαστεί επαγγελματική παρέμβαση. Η ψυχοθεραπευτική παρέμβαση μπορεί να είναι αποτελεσματική στην αντιμετώπιση εθιστικών συμπεριφορών, βοηθώντας τα άτομα να εντοπίσουν και να αλλάξουν προβληματικές σκέψεις και συμπεριφορές που σχετίζονται με τη χρήση των ΜΚΔ.
Ο εθισμός στα ΜΚΔ είναι ένα πιεστικό ζήτημα στον ψηφιοποιημένο κόσμο μας, με σημαντικές επιπτώσεις στην ψυχική υγεία και την καθημερινή ζωή, ειδικά για εφήβους και ενήλικες. Είτε θέτοντας προσωπικά όρια, προωθώντας τον ψηφιακό γραμματισμό είτε αναζητώντας θεραπευτική υποστήριξη, τα άτομα μπορούν να εργαστούν για μια πιο υγιή σχέση με την παρουσία τους στο διαδίκτυο.
----
Βιβλιογραφία:
Schønning, V., Hjetland, G. J., Aarø, L. E., & Skogen, J. C. (2020). Social media use and mental health and well-being among adolescents–a scoping review. Frontiers in psychology, 11, 1949.
Rideout, V., & Robb, M. B. (2018). Social media, social life: Teens reveal their experiences. San Francisco, CA: Common Sense Media, 2, 204-215.
Auxier, B., & Anderson, M. (2021). Social media use in 2021. Pew Research Center, 1(1), 1-4.
Malan, J. J. (2019). The influence of digital distraction on cognitive load, attention conflict and meeting productivity.
Hysing, M., Pallesen, S., Stormark, K. M., Jakobsen, R., Lundervold, A. J., & Sivertsen, B. (2015). Sleep and use of electronic devices in adolescence: results from a large population-based study. BMJ open, 5(1), e006748.